3.2.09

Το τοπίο των ανθρώπων _ Η συλλογική συνείδηση

Οι σύγχρονες μεγαλουπόλεις συγκεντρώνουν πλέον το σύνολο σχεδόν του τριτογενούς τομέα παραγωγής και των επικοινωνιών, γεγονός που τις τοποθετεί αυτόματα ως τα κέντρα των εξελίξεων και τους τόπους που τροφοδοτούν και εξυπηρετούν τον πληθυσμό που συρρέει συνεχώς προς αυτές. Ο χαρακτηρισμός της πόλης ως διάχυτης καθίσταται περιττός και επαναλαμβανόμενος με τη συνεχή μεγέθυνση των ορίων της. Ο ορισμός της βιομηχανικής δυτικής πόλης ως το όριο και τον τόπο όπου εξελίσσονται οι κοινωνικές σχέσεις επιβεβαιώνεται συνεχώς από τις σημερινές δομές. Η σημαντικότερη, όμως, κατάκτηση των σύγχρονων μεγαλουπόλεων είναι η πολυπλοκότητα των κοινωνικών σχέσεων, αλλά και η πολλαπλότητα, το πολυσημαινόμενο της πληροφορίας. Η σύγχρονη αστική κατοίκηση είναι πολυσύνθετη. Ο τρόπος ζωής είναι η δυναμική της πόλης, είτε αυτό περιγράφεται ως νοοτροπία είτε ως η διασταύρωση πολλών διαφορετικών καταστάσεων, αντιλήψεων και ιδεών. Η διασταυρούμενη καθημερινότητα των πόλεων που ζούμε σήμερα, τα εφήμερα γεγονότα σε κάθε τους γωνιά διαμορφώνουν το χώρο όπου διαδραματίζονται, ενώ ο χώρος επηρεάζει ταυτόχρονα τον προσανατολισμό και τα χαρακτηριστικά τους. Το εφήμερο, βέβαια, εμπεριέχει και το επίθετο του ευάλωτου, ακριβώς λόγω της μικρής διάρκειας και τυχαιότητάς του.

Η Αθήνα είναι μία μεγαλούπολη που η ατομική πρωτοβουλία καταλαμβάνει και δημιουργεί χώρους μέσα στην πόλη. Οι εκάστοτε ομάδες πολιτικής, οικονομικής ή κοινωνικής εξουσίας επεμβαίνουν, έμμεσα ή άμεσα, στο έδαφος [με τα πολλά επίπεδα που εμπεριέχει] μέσα από νομικές διατάξεις, αποφάσεις των δημοτικών αρχών και άλλες παρόμοιες διαδικασίες. Ο AldoRossi γράφει πως:

«Η πόλη είναι η μορφή ενός όλου που συντίθεται από επιμέρους τμήματα, από διαφορές, είναι πάνω από όλα μορφές και τύποι που διαρκούν, κατακαθίζοντας μέσα στην τύρβη της ιστορίας»[1].

Αν η σημερινή πόλη της Αθήνας τμηματοποιείται σε διαφορετικούς τόπους, λόγω της πολυμορφίας που τη χαρακτηρίζει στο επίπεδο του αστικού τρόπου ζωής και των δομών που την περιγράφουν, κάθε ένας από αυτούς προσδιορίζεται από μία ατομικότητα που τη διαμόρφωσαν- και διαμορφώνουν- οι κάτοικοί τους. Πώς, όμως, μία αστική περιοχή, ένας τέτοιος τόπος, όπου εφαρμόζονται επεμβατικές αποφάσεις από τον δήμο, τη νομαρχία ή αντίστοιχες δομές αλλάζει σε σχέση με την ίδια την απόφαση, αλλά και με τον τρόπο με τον οποίο αντιδρούν σε αυτήν οι κάτοικοί της;

Η Ακαδημία Πλάτωνος είναι μία τέτοια αστική περιοχή, όπου επεμβάσεις - τομές από την εκάστοτε ανώτερη ομάδα διαμόρφωναν το τοπίο της σε συνεχή «διάλογο» με τους κατοίκους της. Οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις των αρχών του 20ου αιώνα αύξησαν τον πληθυσμό της. Οι γειτονιές που δημιουργήθηκαν εκεί άλλαξαν δραστικά την καθημερινότητά της. Έτσι, η γειτονιά έγινε συνοικία, και οι συνοικίες μία περιοχή με ομοιογενή χαρακτηριστικά ενταγμένη στον αστικό ιστό της Αθήνας, διαμορφώνοντας με το πέρασμα του χρόνου και τη συνείδηση του συνόλου που την κατοικούσε. Με τις σταδιακές ανασκαφές και την απαλλοτρίωση του 1974 η συνείδηση αυτή ενισχύεται. Σε όλους σχεδόν τους κατοίκους υπάρχει αυτή η ανάμνηση, έστω και αν οι νεότεροι δεν την έχουν βιώσει. Η Ρίκα Μπενβενίστε, αναζητώντας τη σημασία της ανάμνησης γράφει:

« Για τον Πλάτωνα η γνώση είναι ανάμνηση, δηλαδή μία διαδικασία που φέρνει στο φως κάτι που ενυπάρχει στο νου και το καθιστά συνειδητό. Στον Αριστοτέλη […] είναι η εκούσια και αποτελεσματική ανάκλησή του.»[2]

Μπορεί το πρόσφατο βιομηχανικό παρελθόν να αντιμετωπίζεται με κάποια αμηχανία από τους κατοίκους της Ακαδημίας Πλάτωνος, αλλά η διαδικασία της απαλλοτρίωσης με τα αρχαιολογικά ευρήματα που ήρθαν στην επιφάνεια έχει εντυπωθεί στη μνήμη τους. Ίσως σε αυτό να προσθέτει και η ίδια η ονομασία της περιοχής, ομώνυμη του αρχαιολογικού χώρου. Αυτή η ασυνέχεια που προκάλεσε η απαλλοτρίωση στον δομημένο χώρο είναι πολύ πιο προφανής από τις εργοστασιακές δομές που απλά μετατρέπονται σε αποθήκες και επιχειρήσεις ή αφήνονται στη διεργασία του χρόνου, παραμένοντας εκεί που ήταν εξαρχής. Ακόμη, το αρχαιολογικό πάρκο δεν είναι «καθαρά» ένα αξιοθέατο. Ποτέ δεν οχυρώθηκε όπως οι υπόλοιποι αρχαιολογικοί χώροι της Αθήνας. Λειτούργησε και λειτουργεί ως ένας ελεύθερος χώρος, όπου τα αρχαία είναι προσβάσιμα από όλους κάθε στιγμή της ημέρας. Όπως γράφει πάλι η Ρίκα Μπενβενίστε:

«Στη μεταμοντέρνα κοινωνία όλα τα μνημεία του παρελθόντος είναι το ίδιο μακρινά, το ίδιο προσιτά»[3]

Ο συγκεκριμένος αρχαιολογικός χώρος, βέβαια, δεν φέρει μνημειακό χαρακτήρα, όσο και αν αυτή ήταν η πρόθεση του δήμου της Αθήνας με την επιβεβλημένη πράξη της απαλλοτρίωσης. Όπως είδαμε και σε προηγούμενο κεφάλαιο η Ακαδημία Πλάτωνος «ξέφυγε» από το πρόγραμμα ενοποίησης των αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας. Η διαμόρφωση του αρχαιολογικού πάρκου δεν οφείλεται σε κάποιον πολεοδομικό σχεδιασμό˙ συνιστά ένα χώρο που είναι τυχαίο αποτέλεσμα συνεχών απαλλοτριώσεων και ανασκαφών. Η συλλογική συνείδηση των κατοίκων [«κοινωνική σκέψη» για τον Halbwachs] για αυτά τα αρχαιολογικά ευρήματα έχει δημιουργηθεί μέσα από την αστική καθημερινότητα της περιοχής, μέσα από την καθημερινή χρήση του πάρκου και την άμεση επαφή με αυτά. Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, πως για τους κατοίκους της Ακαδημίας Πλάτωνος διαμορφώνεται μία συλλογική μνήμη για την περιοχή από την καθημερινή επικοινωνία και κινητικότητα σε αυτήν. Η πολιτισμική κατασκευή της μνήμης μεταφράστηκε σε οικειοποίηση αυτών των αρχαίων μορφών μέσα από το τυχαίο των διεργασιών που έλαβαν μέρος στη μορφοποίηση αυτού του χώρου.

Η συλλογικότητα που πηγάζει από την καθημερινή τριβή των κατοίκων της Ακαδημίας Πλάτωνος μεταξύ τους, αλλά και με το ίδιο το έδαφος, αποδεικνύεται διαμορφοποιητική συνθήκη μέχρι και σήμερα. Σχετικό παράδειγμα αποτελεί η κίνηση πρωτοβουλίας κατοίκων που δημιουργήθηκε με αφορμή την προβληματική χρήση ενός οικοπέδου στην περιοχή. Οι δημοτικές αρχές σκοπεύουν να οικοδομήσουν πολυώροφο κτήριο[4] που θα στεγάζει υπηρεσίες της νομαρχίας Αθηνών σε ιδιωτικό οικόπεδο επί των οδών Αίμωνος, Ευκλείδου και Δημοσθένους. Κατά τη διάρκεια των οικοδομικών εργασιών ανασκάψανε τοίχο που εκτιμάται πως είναι «τμήμα του αρχαίου περιβόλου της Ακαδημίας Πλάτωνος»[5], σύμφωνα με την Γ΄ εφορία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Αθηνών. Σε κοντινή απόσταση από το οικόπεδο λειτουργούν τρία σχολεία όπου φοιτούν περισσότεροι από πεντακόσιοι μαθητές[6]. Τα αρχαιολογικά ευρήματα, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ένα τέτοιο κτήριο θα αυξήσει την κυκλοφοριακή κίνηση στην περιοχή, προκάλεσαν τη συντονισμένη αντίδραση των κατοίκων για την κατασκευή του. Η διαφωνία τους εκφράζεται με ποικίλους τρόπους. Πέρα από τη διαδικτυακή επικοινωνία και τις πορείες διαμαρτυρίας στην περιοχή, πραγματοποίησαν και μία συναυλία στο πάρκο προς ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κόσμου επί του θέματος. Η συλλογική συνείδηση που διαμορφώνεται μέσα από τέτοιες διαδικασίες συμβάλει και αυτή στο μετασχηματισμό του χώρου μέσα από τη δράση του κοινωνικού συνόλου, ακόμη και αν αυτό τελείται μέσα από εφήμερες δράσεις. Η δημιουργία μίας τέτοιας πρωτοβουλίας κατοίκων της περιοχής προϋποθέτει και εξελίσσει τη συλλογική μνήμη, τη συλλογική συνείδηση ώστε αυτή η συλλογική δράση να φέρει αποτέλεσμα, να επέμβει στον τόπο όπου δημιουργήθηκε. Και η δυναμική αυτής της κίνησης επαληθεύεται καθημερινά από δημοσιεύσεις στον τύπο, αλλά και από την επέκταση των ζητημάτων που απασχολούν την ομάδα των κατοίκων. Πρόσφατα ανακοινώθηκε και η ανέγερση πενταόροφου κτηρίου γραφείων με τριώροφο υπόγειο πάρκινγκ, 19.150 τ.μ., ακριβώς απέναντι από την μελλοντική τοποθεσία του μουσείου Αθηνών. Αξίζει να σημειώσουμε πως το οικόπεδο εξαιρέθηκε από το συνολικό απαλλοτριωμένο τμήμα στην περιοχή. Μπορεί κανείς να υποψιαστεί τα οικονομικοπολιτικά συμφέροντα που πηγάζουν από μία τέτοια κίνηση, όταν μάλιστα αναμένεται μεγάλη επισκεψιμότητα στον αρχαιολογικό χώρο με την έναρξη λειτουργίας του μουσείου μέσα στο πάρκο. Σύμφωνα με τους υπεύθυνους αυτής της απόφασης η ανέγερση αυτού του κτηρίου «δεν προκαλεί έμμεση αισθητική βλάβη στο χώρο της Ιεράς Οικίας της Ακαδημίας Πλάτωνος». Οι κάτοικοι, όμως, διαφωνούν και σε έναν μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό καταφέρνουν να επηρεάζουν τη διαδικασία διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου μέσα από την ομάδα που δημιουργήθηκε αυθόρμητα ως κίνηση πρωτοβουλίας. Μπορεί, λοιπόν, η συλλογική μνήμη, η συλλογική συνείδηση «να υφαίνεται εξαρχής στον ιστό της κοινωνικής αυθεντίας και εξουσίας»[7] αλλά είναι ταυτόχρονα αποτέλεσμα των παροντικών κάθε φορά σχέσεων και δομών που δημιουργεί η καθημερινότητα σε μία πόλη. Δεν μπορεί να είναι ενιαία, αλλά πολλαπλή ακριβώς επειδή συνδιαμορφώνεται από την πολύπλοκη καθημερινότητα. Η συλλογική συνείδηση είναι το άθροισμα όλων των ατομικών συνειδήσεων που συνδιαλέγονται μεταξύ τους για τον τόπο και τον χώρο που τους περιβάλλει· το εφήμερο του χαρακτήρα της βασίζεται στο εφήμερο της καθημερινότητας, καθιστώντας τη σημερινή πραγματικότητα εύπλαστη και ευάλωτη ταυτόχρονα στους συνεχείς μετασχηματισμούς.



[1] Aldo Rossi, Η αρχιτεκτονική της πόλης, εκδ. University Studio Press, 1991, σελ.8

[2] Πανεπιστήμιο του Αιγαίου, Διαδρομές και Τόποι της Μνήμης, Ιστορικές και ανθρωπολογικές προσεγγίσεις, επιμέλεια Ρ. Μπενβενίστε – Θ. Παραδέλλης, σελ. 11

[3] Ό. Π., σελ. 20

[4] Σύμφωνα με δημοσιεύσεις σε καθημερινές εφημερίδες πρόκειται για οκταώροφο κτήριο με υπόγειο πάρκινγκ τεσσάρων επιπέδων.

[5] «Παράλληλα προς την οδό Αίμωνος, σε βάθος 2,30 μ. και σε σωζόμενο μήκος 11,80 μ., αποτελούμενος από πωρολιθικούς ογκολίθους, στην αρχική τους θέση ευρισκόμενους»

[6] Δύο ιδιωτικές σχολές, το 60ο δημόσιο δημοτικό σχολείο και το 130ο νηπιαγωγείο που συστεγάζονται. Το συγκεκριμένο οικόπεδο είχε προταθεί αρχικά να στεγάσει καινούριο σχολικό συγκρότημα, λόγω έλλειψης χώρου για τέτοιες υποδομές στην περιοχή της Ακαδημίας Πλάτωνος.

[7] Πανεπιστήμιο του Αιγαίου, Διαδρομές και Τόποι της Μνήμης, Ιστορικές και ανθρωπολογικές προσεγγίσεις, επιμέλεια Ρ. Μπενβενίστε – Θ. Παραδέλλης, σελ. 29

Δεν υπάρχουν σχόλια: